Ασθενείς που έλαβαν μεγάλες δόσεις χημειοθεραπείας μπορεί ενδεχομένως να δυσκολεύονται να εκφραστούν, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ, στη Σουηδία. Οι δυσκολίες στην ομιλία μεταξύ των καρκινοπαθών που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία ήταν διπλάσιες από αυτές όσων δεν υποβλήθηκαν στην αγωγή.
Ασθενείς που έλαβαν μεγάλες δόσεις χημειοθεραπείας μπορεί ενδεχομένως να δυσκολεύονται να εκφραστούν, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ, στη Σουηδία. Οι δυσκολίες στην ομιλία μεταξύ των καρκινοπαθών που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία ήταν διπλάσιες από αυτές όσων δεν υποβλήθηκαν στην αγωγή.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Acta Oncologica’. Σχεδόν 1.000 άντρες που είχαν διαγνωστεί με καρκίνο των όρχεων ανταποκρίθηκαν σε ερωτηματολόγιο σχετικά με το πώς αισθάνονταν 11 χρόνια μετά τη διάγνωση.
Η ερευνήτρια Johanna Skoogh, δήλωσε ότι όσοι είχαν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία είχαν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να αναφέρουν δυσκολίες στην ομιλία ως εξής: Οι λέξεις έβγαιναν με λάθος σειρά, δεν έλεγαν τις λέξεις που είχαν σχεδιάσει να πουν και είχαν δυσκολία στο να τελειώσουν την πρότασή τους.
Καρκινοπαθείς που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία συχνά αναφέρουν δυσκολίες με τη μνήμη τους και την ικανότητα συγκέντρωσης, αλλά οι ερευνητές δεν ήταν σίγουροι αν οι δυσκολίες οφείλονταν στη χημειοθεραπεία, καθώς οι περισσότερες έρευνες πραγματοποιούνται σε ασθενείς με καρκίνο μαστού που λαμβάνουν επίσης ορμόνες που ενδεχομένως επηρεάζουν τις νοητικές ικανότητες.
Οι ερευνητές δεν αποκλείουν ότι άλλες νοητικές λειτουργίες, όπως η μνήμη και η συγκέντρωση, μπορεί ενδεχομένως επίσης να επηρεάζονται από υψηλές δόσεις χημειοθεραπείας.
Πιστεύουν ότι η ομιλία μπορεί ενδεχομένως να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη όσον αφορά τον εντοπισμό της νοητικής εξασθένισης.
Η Johanna Skoogh, δήλωσε ότι το ερωτηματολόγιο περιέχει ερωτήσεις σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς στην καθημερινότητα. Το στοιχείο αξιολόγησης-από όσο γνωρίζει- δεν έχει χρησιμοποιηθεί στο συγκεκριμένο πλαίσιο νωρίτερα. Η έρευνα είναι μοναδική, καθώς είχε υψηλό δείκτη ανταπόκρισης, άνω του 80%, και μακρά περίοδο παρακολούθησης.
ΠΗΓΗ: ‘Acta Oncologica’, iatronet.gr