Ένα χάπι που έχει την ικανότητα να αντιμετωπίζει διαφορετικά εκφυλιστικά νοσήματα του εγκεφάλου, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, το Πάρκινσον και η σκλήρυνση κατά πλάκας, άρχισε να δοκιμάζεται σε ανθρώπους.
Ένα χάπι που έχει την ικανότητα να αντιμετωπίζει διαφορετικά εκφυλιστικά νοσήματα του εγκεφάλου, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, το Πάρκινσον και η σκλήρυνση κατά πλάκας, άρχισε να δοκιμάζεται σε ανθρώπους.
Το φάρμακο δρα καταστέλλοντας την φλεγμονή που θεωρείται τουλάχιστον εν μέρει υπεύθυνη για πολλά εκφυλιστικά νοσήματα του εγκεφάλου, καθώς και για εκείνα που προκαλούνται από τραυματισμούς στο κεφάλι και εγκεφαλικά επεισόδια.
Οι δοκιμές του φαρμάκου σε ζώα ήταν ενθαρρυντικές και τώρα δοκιμάζεται για πρώτη φορά σε ανθρώπους, με πρώτο μέλημα να αξιολογηθεί η ασφάλειά του.
Τα ευρήματα από τα ζώα υποδηλώνουν ότι μπορεί να είναι αποτελεσματικό εναντίον πληθώρας νοσημάτων του εγκεφάλου, μεταξύ των οποίων οι νόσοι Αλτσχάιμερ και Πάρκινσον, η σκλήρυνση κατά πλάκας (ή πολλαπλή σκλήρυνση), η νόσος του κινητικού νευρώνα, η προσθιοκροταφική άνοια και επιπλοκές από τραυματισμούς του εγκεφάλου.
Το φάρμακο ονομάζεται MW151 και το έχουν επινοήσει επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Northwestern του Σικάγου, οι οποίοι έχουν επινοήσει και ένα δεύτερο ομοειδές, το MW189.
Όπως γράφουν σήμερα στην «Επιθεώρηση Νευροεπιστήμης» (JoN), όπου δημοσιεύουν μία από τις δοκιμές του MW151 σε ποντίκια, τα φάρμακα αυτά εμποδίζουν την παραγωγή μιας ομάδας βλαβερών μορίων του ανοσοποιητικού συστήματος, που ονομάζονται προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες.
Αποδιοργάνωση του εγκεφάλου
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τόσο το MW151 όσο και το MW189, αποτελούν έναν εντελώς πρωτότυπο τρόπο αντιμετώπισης των νευροεκφυλιστικών νοσημάτων του εγκεφάλου.
Και αυτό, διότι έχουν σχεδιαστεί για να σταματούν την φλεγμονή η οποία διαταράσσει την σύνδεση των εγκεφαλικών κυττάρων μεταξύ τους και σκοτώνει τους νευρώνες.
Οι συνδέσεις των εγκεφαλικών κυττάρων αποκαλούνται συνάψεις - και οι προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες τις εμποδίζουν να λειτουργήσουν ομαλά, με τελικό επακόλουθο την αποδιοργάνωση του εγκεφάλου (όπως «χτυπάει» ο σκληρός δίσκος του ηλεκτρονικού υπολογιστή) και τον θάνατο των νευρικών κυττάρων.
«Η εξέλιξη από την ήπια νοητική διαταραχή που συχνά είναι προάγγελος του Αλτσχάιμερ, στην πλήρη νόσο Αλτσχάιμερ θεωρείται πλέον από πολλούς επιστήμονες ως ένδειξη δυσλειτουργίας των νευρικών συνάψεων», εξήγησε ο επικεφαλής ερευνητής δρ Μάρτιν Βάτερσον, καθηγητής Μοριακής Φαρμακολογίας & Βιολογικής Χημείας στο Northwestern.
«Οι νευρικές συνάψεις είναι τα μονοπάτια που επιτρέπουν στα νευρικά κύτταρα να επικοινωνούν το ένα με το άλλο – και όταν χάνεται η επικοινωνία, ο εγκέφαλος αποδιοργανώνεται».
Η μελέτη
Στη μελέτη που παρουσιάζουν σήμερα ο δρ Βάτερσον και οι συνεργάτες του, το φάρμακο κατόρθωσε να αποτρέψει την ανάπτυξη πλήρους μορφής της νόσου Αλτσχάιμερ στα ζώα στα οποία χορηγήθηκε.
Τα ποντίκια ήταν γενετικά τροποποιημένα ώστε να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ μετά τη γέννησή τους.
Οι ερευνητές άρχισαν να τους δίνουν το MW151 τρεις φορές την εβδομάδα από την ηλικία των 6 μηνών (αναλογικά στους ανθρώπους, είναι η ηλικία που αρχίζει να αναπτύσσεται η ήπια νοητική διαταραχή).
Στους 11 μήνες, όταν πια τα ζώα θα έπρεπε να πάσχουν από πλήρες Αλτσχάιμερ, τα επίπεδα των κυτταροκινών στον εγκέφαλο όσων είχαν πάρει το φάρμακο ήταν φυσιολογικά – το ίδιο και οι νευρικές συνάψεις τους.
Αντιθέτως, μια άλλη ομάδα συνομηλίκων τους ζώων στα οποία δεν είχε χορηγηθεί το φάρμακο, είχαν υψηλά επίπεδα κυτταροκινών και διαταραγμένες νευρικές συνάψεις.
Άλλα νοσήματα
Ανάλογοι φλεγμονώδεις μηχανισμοί πιστεύεται ότι παίζουν καθοριστικό ρόλο και σε όλα τα άλλα νευροεκφυλιστικά νοσήματα που προαναφέρθηκαν, γεγονός που υποδηλώνει ότι το ίδιο φάρμακο θα μπορούσε να αντιμετωπίζει πολλά διαφορετικά νοσήματα.
Όντως, άλλες δοκιμές σε ποντίκια έδειξαν πως το MW151 μπορεί να ελαττώσει τη σοβαρότητα μιας νόσου παρόμοιας με την σκλήρυνση κατά πλάκας, ενώ σε άλλα πειράματα διαπιστώθηκε ότι μειώνει τις προφλεγμονώδεις κυτταροκίνες που παράγονται έπειτα από τραυματισμούς του εγκεφάλου.
Το φάρμακο έχει αρχίσει να χορηγείται σε μικρή ομάδα εθελοντών για να ελεγχθεί κατά πόσον είναι ασφαλές για ανθρώπινη χρήση. Τα αποτελέσματα αυτής της κλινικής μελέτης φάσης Ι, όπως αποκαλείται, αναμένονται το προσεχές διάστημα.
Πηγή : Web Only, ygeia.tanea.gr