Σύμφωνα με μακροχρόνια μελέτη η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Επαγγελματική & Περιβαλλοντική Ιατρική» (OEM), οι γυναικεία βραδινή εργασία πάνω από δύο φορές την εβδομάδα έχει αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του μαστού.
Σύμφωνα με μακροχρόνια μελέτη η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Επαγγελματική & Περιβαλλοντική Ιατρική» (OEM), οι γυναικεία βραδινή εργασία πάνω από δύο φορές την εβδομάδα έχει αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του μαστού. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι συχνές νυχτερινές βάρδιες ευνοούν την ανάπτυξη του καρκίνου επειδή καταστέλλουν την παραγωγή της μελατονίνης – μιας ορμόνης που δρα αντικαρκινικά στον οργανισμό και φυσιολογικά παράγεται όταν πέφτει το σκοτάδι.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι η εργασία τη νύχτα σχετίζεται με τον καρκίνο. Αντιθέτως, το 2007 η Διεθνής Υπηρεσία Έρευνας του Καρκίνου (IARC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) την κατέταξε στα «δυνητικά καρκινογόνα» για τον άνθρωπο, αποδίδοντας τον κίνδυνο στο ότι διαταράσσει το βιολογικό μας ρολόι.
Στην έρευνα συμμετείχαν 141 εθελόντριες οι οποίες είχαν εκδηλώσει καρκίνο του μαστού μεταξύ 1990 και 2003, καθώς και 551 υγιείς συνομήλικές τους και όλες είχαν εργαστεί έως το 1999 στις Ένοπλες Δυνάμεις της Δανίας και είχαν γεννηθεί πριν από το 1968.
Η ανάλυση των στοιχείων έδειξε πως κατά μέσον όρο η νυχτερινή εργασία αύξανε κατά 40% τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Ωστόσο, οι γυναίκες που εργάζονταν νύχτα τουλάχιστον 3 φορές την εβδομάδα και επί τουλάχιστον 6 χρόνια είχαν υπερδιπλάσιες πιθανότητες να έχουν εκδηλώσει καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με όσες εργάζονταν μόνον πρωινές ώρες.
Στις γυναίκες, μάλιστα, που περιέγραψαν τον εαυτό τους ως «πρωινό τύπο», ο κίνδυνος αυτός ήταν ακόμα μεγαλύτερος, καθώς είχαν σχεδόν τετραπλάσιες πιθανότητες να έχουν παρουσιάσει τη νόσο.
Η νυχτερινή εργασία, σύμφωνα με τους ειδικούς, μπορεί να οδηγήσει σε διαταραχή της όρεξης και της πέψης, εξάρτηση από ηρεμιστικά χάπια ή διεγερτικές ουσίες, μειωμένη εργασιακή απόδοση και αυξημένα λάθη στη δουλειά, με συνέπεια ακόμα και ατυχήματα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Νταν Χάκαμ του πανεπιστημίου Γουέστερν στο Οντάριο, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal, σύμφωνα με το BBC, ανέλυσαν και συνέκριναν στοιχεία από 34 δημοσιευμένες έρευνες που αφορούν μεγάλο δείγμα πληθυσμού (πάνω από 2 εκατ. εργαζόμενους) στο πλαίσιο μιας έρευνας που αποκαλείται μετα-ανάλυση.
Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι η εργασία σε βάρδιες φαίνεται να αυξάνει, κατά μέσο όρο, κατά 23% τον κίνδυνο εμφράγματος, κατά 24% τον κίνδυνο εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου και κατά 5% τον κίνδυνο εγκεφαλικού. Όσοι εργάζονται κυρίως το βράδυ, έχουν μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο (κατά 41%).
Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι σε μία αναπτυγμένη χώρα, όπου συχνά οι εργαζόμενοι δουλεύουν σε βάρδιες (π.χ. ένας στους τρεις εργαζόμενους στον Καναδά), το 7% των εμφραγμάτων και των περιστατικών στεφανιαίας νόσου, καθώς και σχεδόν το 2% των εγκεφαλικών θα μπορούσαν να συσχετισθούν με την εργασία σε βάρδιες.
Πάντως, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η εργασία σε βάρδιες δεν βρέθηκε να συνδέεται με αυξημένη γενική θνησιμότητα από οποιαδήποτε αιτία.
Όπως είπε ο Χάκαμ, «οι εργαζόμενοι σε βάρδιες, ιδίως τη νύχτα, βρίσκονται στο πόδι όλη τη μέρα και δεν έχουν αρκετή ξεκούραση. Το νευρικό τους σύστημα βρίσκεται σε συνεχή ενεργοποίηση, πράγμα κακό για την παχυσαρκία ή την χοληστερόλη». Σύμφωνα με τον ίδιο, οι εργαζόμενοι τη νύχτα πρέπει να προσέχουν για πρόωρα συμπτώματα (υψηλή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, υψηλό σάκχαρο, αύξηση βάρους κ.ά.), που μπορεί να δείχνουν ότι δημιουργείται καρδιαγγειακό πρόβλημα.
ΠΗΓΗ: newsnow.gr