Μπορεί ενδεχομένως να καταστεί δυνατή η χρήση ενός φαρμάκου για να εμποδιστεί η μόνιμη βλάβη που προκαλείται από το εγκεφαλικό επεισόδιο και η οποία οδηγεί σε αναπηρία...
Μπορεί ενδεχομένως να καταστεί δυνατή η χρήση ενός φαρμάκου για να εμποδιστεί η μόνιμη βλάβη που προκαλείται από το εγκεφαλικό επεισόδιο και η οποία οδηγεί σε αναπηρία, σύμφωνα με γιατρούς από τις ΗΠΑ και τον Καναδά.
Δοκιμή για την ασφάλεια, που δημοσιεύεται στο περιοδικό 'Lancetr Neurology', υπέδειξε ότι η χημική ουσία είναι ασφαλής για χρήση.
Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 185 ανθρώπους, επίσης έδειξε ότι οι ασθενείς που έλαβαν το φάρμακο εμφάνισαν λιγότερες περιοχές εγκεφαλικού ιστού με βλάβη.
Δοκιμές σε ζώα έδειξαν ότι το NA-1 εμπόδισε το θάνατο εγκεφαλικών κυττάρων όταν ένα εγκεφαλικό επεισόδιο τους στέρησε το οξυγόνο.
Μικρή δοκιμή πραγματοποιήθηκε σε 14 νοσοκομεία.
Ασθενείς που έλαβαν μέρος υποβλήθηκαν σε εγχείρηση για να επιδιορθώσουν εγκεφαλικό ανεύρυσμα.
Το φάρμακο εγχύθηκε σε φλέβα 92 ανθρώπων, ενώ σε 93 εγχύθηκε αλατισμένο νερό.
Οι γιατροί κατέληξαν ότι το NA-1 είναι ασφαλές, με μόνο 2 ασθενείς να εμφανίζουν ελαφρές παρενέργειες.
Απεικονιστικές εξετάσεις έδειξαν επίσης ότι λιγότερες εγκεφαλικές βλάβες, περιοχές ιστού με βλάβη, δημιουργήθηκαν σε ασθενείς που έλαβαν το φάρμακο.
Οι γιατροί που ασχολήθηκαν με την έρευνα, δήλωσαν ότι αυτή παρέχει ενδείξεις ότι μπορεί να επιτευχθεί νευροπροστασία, αλλά θεωρούν ότι είναι αναγκαία μεγαλύτερη δοκιμή για να διερευνηθεί η ισχύς της επίδρασης.
Ο καθηγητής Markku Kaste, από το Helsinki University Central Hospital, δήλωσε ότι η ηλικία αποτελεί τον μεγαλύτερο παράγοντα κινδύνου για εγκεφαλικό επεισόδιο. Λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, παγκοσμίως, ο αριθμός και το βάρος των εγκεφαλικών επεισοδίων θα αυξηθεί. Δήλωσε ότι προηγούμενες δοκιμές για τη χρήση φαρμάκων για την προστασία του εγκεφάλου είχαν οδηγήσει σε αποτυχία. Πρόσθεσε ότι το φάρμακο πρέπει να αξιολογηθεί σε μεγαλύτερες δοκιμές πριν γίνει γνωστή η αποτελεσματικότητά του.
Tο Stroke Association, ανακοίνωσε ότι η ουσία είναι υποσχόμενη αλλά χρειάζεται περαιτέρω έρευνα.
Πηγές: 'Lancetr Neurology', iatronet.gr