Νέα δεδομένα για τη δημιουργία οικογένειας, επιφέρει η οικονομική κρίση, καθώς οι γεννήσεις έχουν μειωθεί δραματικά, γεγονός που σε συνδυασμό με την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης...
Νέα δεδομένα για τη δημιουργία οικογένειας, επιφέρει η οικονομική κρίση, καθώς οι γεννήσεις έχουν μειωθεί δραματικά, γεγονός που σε συνδυασμό με την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης κάνει τους επιστήμονες να μιλούν για γήρανση του πληθυσμού.
Μεταξύ 2009 και 2010 οι γεννήσεις παρουσίασαν μείωση κατά 3.167 νεογνά, με τους ειδικούς να χαρακτηρίζουν την τελευταία δεκαετία τη χειρότερη δημογραφικά περίοδο από το 1940.
Ιδιαίτερα ανησυχητικός είναι ο δείκτης γονιμότητας στην Ελλάδα, κυμαινόμενος γύρω στο 1,39 -και για τις αμιγώς Ελληνίδες υπηκόους ίσως και κάτω από το 1- ,γεγονός, που κατατάσσει την Ελλάδα στην 199η θέση επί 220 χωρών (ο δείκτης γονιμότητας για να αντιπροσωπεύει την ομαλή αναπαραγωγή του ανθρώπινου είδους πρέπει να είναι πάνω από 2,1).
Επίσης, η σύγκριση των δεικτών γεννήσεων και θανάτων στην Ελλάδα δείχνει ότι ο δείκτης θανάτων (0,93%) σχεδόν ταυτίζεται με τον δείκτη γεννήσεων (0,98%).
Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το 2011, οι γεννήσεις στην Ελλάδα ήταν 106.777 και οι θάνατοι 110.729.Τα παραπάνω ανέφερε ο καθηγητής Γεώργιος Κρεατσάς, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, με θέμα «Κυήσεις- Αποβολές- Δημογραφικό και Οικονομική κρίση», που διοργάνωσε η Β΄ Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Αρεταίειο Νοσοκομείο.
Ο κ. Κρεατσάς στάθηκε ιδιαίτερα στον διπλασιασμό, τα δύο τελευταία χρόνια, των παλίνδρομων κυήσεων από 2% σε 4%, συσχετίζοντας το γεγονός με το άγχος και την ανασφάλεια που επιφέρει η οικονομική κρίση, καθώς και με την ηλικία των γυναικών -μετά τα 35 οι αποβολές αυξάνονται-, την πλημμελή παρακολούθηση της εγκύου, αλλά και με περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Σύμφωνα με τον καθηγητή το φθινόπωρο καταγράφονται οι περισσότερες αποβολές και αυτό πιθανόν να οφείλεται στην έκθεση της εγκύου στην ηλιακή ακτινοβολία, στην αυξημένη κινητικότητα, αλλά και στη μείωση των επισκέψεων στον γιατρό.
Αύξηση του αριθμού των κυήσεων που καταλήγουν σε διακοπή, εκτιμά για το επόμενο διάστημα, ο αναπληρωτής καθηγητής Ευθύμιος Δεληγεώρογλου, καθώς -όπως είπε- μέσα στην οικογένεια αναπτύσσεται ένας προβληματισμός για το μέλλον, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.
Από την άλλη πλευρά, το προσδόκιμο επιβίωσης παρουσιάζει αύξηση και κυμαίνεται για τον γενικό πληθυσμό στο 79,78%, για τους άνδρες στο 78,02% και για τις γυναίκες στο 81,09%, κατατάσσοντας την Ελλάδα σε αξιόλογη σειρά μεταξύ των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών.
Παράλληλα και άλλοι σημαντικοί για την επιβίωση του ανθρώπου δείκτες, όπως η βρεφική και η περιγεννητική θνησιμότητα, στη χώρα μας έχουν παρουσιάσει σημαντική μείωση και ακολουθούν τους αντίστοιχους δείκτες των προηγμένων χωρών. Η βρεφική θνησιμότητα από 2,96% το 1970, έχει φτάσει στο 0,3% σήμερα και η περιγεννητική θνησιμότητα στο 0,626%.
Όλα αυτά αποτελούν ένα ιστορικό επίτευγμα, δεν παύουν όμως να σηματοδοτούν μια ανησυχητική εξέλιξη, δεδομένης της δημογραφικής επιβράδυνσης των τελευταίων ετών, σημειώνουν οι επιστήμονες.
«Η υπογεννητικότητα στη χώρα μας σε συνδυασμό με την αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης, οδηγεί όχι μόνο στη μείωση του μεγέθους του πληθυσμού, αλλά και σε δημογραφική γήρανση, με όλα τα επακόλουθα για την οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας», ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Νικόλαος Σαλάκος.
Η δημογραφική γήρανση σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση επιφέρει σημαντικά προβλήματα στο σύστημα υγείας, καθώς και στο σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων, υπογράμμισε, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννης Υφαντόπουλος.
Σημείωσε ότι η οικονομική κρίση έχει πολλές ανεπιθύμητες επιπτώσεις στην κοινωνία -και ειδικότερα στις χαμηλότερες οικονομικές τάξεις που καλούνται να επιβιώσουν σε συνθήκες αυξανόμενης φτώχειας και εξάρτησης από ένα σύστημα υγείας που αντιμετωπίζει αυξανόμενη ζήτηση για υπηρεσίες υγείας -λόγω της δημογραφικής γήρανσης-, συνεχείς περικοπές δαπανών, σημαντικές ελλείψεις σε υγειονομικό υλικό και υποδομές και αυξανόμενη οικονομική ανασφάλεια.
«Οι ανισότητες υγείας έχουν επιδεινωθεί, πλήττοντας κυρίως τους ηλικιωμένους, τον νεανικό πληθυσμό και τις γυναίκες», ανέφερε ο κ. Υφαντόπουλος.
Υπάρχουν όμως και τα αισιόδοξα μηνύματα, καθώς -όπως είπε ο επίκουρος καθηγητής Νικόλαος Σαλάκος- οι νέοι είναι αρκετά ενημερωμένοι για τις μεθόδους αντισύλληψης και χρησιμοποιούν προφυλακτικό κατά τη σεξουαλική επαφή.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, real.gr