Ο θυρεοειδής αδένας έχει σχήμα πεταλούδας, βάρος λίγο μεγαλύτερο από ένα βερίκοκο και βρίσκεται στη μέση του λαιμού μας.
Ο θυρεοειδής αδένας έχει σχήμα πεταλούδας, βάρος λίγο μεγαλύτερο από ένα βερίκοκο και βρίσκεται στη μέση του λαιμού μας. Παράγει τις θυρεοειδικές ορμόνες Τ3 και Τ4 που έχουν άμεση επίδραση στη φυσιολογική ανάπτυξη του οργανισμού, στην ωρίμανση του σκελετού, στο βάρος του σώματος, στην έμμηνο ρύση, στη σύλληψη και στη φυσιολογική εξέλιξη της εγκυμοσύνης.
Η λειτουργία του ρυθμίζεται από τον εγκέφαλο με τη βοήθεια της θυρεοτρόπου ορμόνης TSH που παράγεται από την υπόφυση, ένα μικρό αδένα στη βάση του εγκεφάλου. Έτσι, μόλις τα επίπεδα των ορμονών μειωθούν ο θυρεοειδής δέχεται την εντολή να αυξήσει την παραγωγή τους και το αντίθετο. Η δυσλειτουργία του καταστρέφει αυτήν την υπέροχη ισορροπία, με αποτέλεσμα τα επίπεδα των ορμονών που παράγει στο αίμα να είναι είτε πολύ χαμηλά (υποθυρεοειδισμός) είτε πολύ υψηλά (υπερθυρεοειδισμός).
Ο υπερθυρεοειδισμός οφείλεται στην παρουσία ειδικών αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων. Τα θυρεοδιεγερτικά αντισώματα επιτίθενται στους υποδοχείς της TSH και προκαλούν αυξημένη παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών ανεξάρτητα από τη φυσιολογική ρύθμιση μέσω της λειτουργίας του άξονα.
Η διάγνωση
Συνήθως το άτομο παραπονιέται για νευρικότητα, ευσυγκινησία, μυϊκή αδυναμία, αϋπνίες, ταχυκαρδία. Η όρεξή του είναι αυξημένη και ενώ ο ασθενής τρώει συνήθως πολύ χάνει βάρος και αδυνατίζει, δεν είναι δε σπάνιες και οι διάρροιες. Υπάρχει τρόμος των χεριών, ενώ οι παλάμες συνήθως είναι ζεστές και μόνιμα ιδρωμένες. Χαρακτηριστική είναι η προπέτεια των οφθαλμών (ο γνωστός εξόφθαλμος) που παρουσιάζεται συχνότερα σε νεαρά άτομα. Στις μεγαλύτερες ηλικίες υπάρχει κίνδυνος οστεοπόρωσης και κολπικής μαρμαρυγής.
Η διάγνωση του υπερθυρεοειδισμού γίνεται με ειδικές εξετάσεις αίματος όπου προσδιορίζονται οι θυρεοειδικές ορμόνες, οι οποίες και μας δίνουν πληροφορίες για τη λειτουργική κατάσταση του θυρεοειδούς αδένα. Παράλληλα, έχουμε στη διάθεσή μας το υπερηχογράφημα και το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς, δύο εξετάσεις που μας παρέχουν πολλές πληροφορίες για την ανατομική κατάσταση του αδένα.
Μεγάλη προσοχή χρειάζεται για τη σωστή ρύθμιση του υπερθυρεοειδισμού. Απαραίτητη είναι η τακτική παρακολούθηση και η αναπροσαρμογή του θεραπευτικού σχήματος, ώστε ο ασθενής να είναι ευθυρεοειδικός, κρατώντας με τη χαμηλότερη δυνατή δόση φαρμάκου τα επίπεδα της ελεύθερης θυροξίνης στα φυσιολογικά. Σε ορισμένες περιπτώσεις αναγκαζόμαστε να καταστρέψουμε τον θυρεοειδή με ραδιενεργό ιώδιο είτε να τον αφαιρέσουμε.
Στον υποθυρεοειδισμό κατασταλτικά αντισώματα εμποδίζουν την TSH να δράσει, με αποτέλεσμα να μειώνονται τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών. Είναι η συχνότερη διαταραχή του θυρεοειδούς. Εκδηλώνεται με εύκολη κόπωση, υπνηλία, ευαισθησία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, αύξηση βάρους και ξηροδερμία.
Στα παιδιά όταν δεν διαγιγνώσκεται έγκαιρα εμφανίζεται σωματική και πνευματική καθυστέρηση. Τα βρέφη που γεννιούνται με υποθυρεοειδισμό είναι υπερβολικά ήσυχα, κοιμούνται πολύ, είναι δυσκοίλια, με μεγάλη γλώσσα, κλάμα βραχνό, κινήσεις πολύ αργές και ο αφαλός προεξέχει.
Ο έλεγχος του θυρεοειδούς από ενδοκρινολόγο πρέπει να γίνεται επιτακτικά, ιδίως όταν υπάρχει και άλλο άτομο στην οικογένεια με θυρεοειδοπάθεια.
Η θεραπεία
Για τη διάγνωση του υποθυρεοειδισμού ο προσδιορισμός των θυρεοειδικών ορμονών και της ΤSH σε συνδυασμό με το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς είναι αρκετά. Θεραπευτικά η θυροξίνη χορηγείται συνήθως διά βίου. Ο ορμονικός έλεγχος αρχικά επαναλαμβάνεται στις 6 εβδομάδες γιατί η δόση υποκατάστασης μπορεί να χρειάζεται αναπροσαρμογή σε σχέση με την αρχική. Από τη στιγμή που η δόση σταθεροποιείται ο ετήσιος έλεγχος είναι απαραίτητος.
Η παρουσία όζου στον θυρεοειδή διαπιστώνεται είτε με την ψηλάφηση αν αυτός είναι μεγαλύτερος από 1 εκατοστό σε διάμετρο είτε με τη βοήθεια του υπερηχογραφήματος. Οι όζοι που αυξάνονται σε μέγεθος προκαλούν πιεστικά φαινόμενα στον λαιμό, δύσπνοια, δυσκολία στην κατάποση και βράγχο φωνής, ενώ υπάρχει πιθανότητα σε ποσοστό 5% εμφάνισης κακοήθειας. Στην περίπτωση αυτή γίνεται με τη βοήθεια του υπερηχογραφήματος παρακέντηση του όζου και κυτταρολογική εξέταση. Η έγκαιρη διάγνωση και η ριζική θυρεοειδεκτομή προσφέρουν πλήρη ίαση στις περισσότερες περιπτώσεις.
Αν και οι πιο πολλοί γνωρίζουμε για τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν από τις διαταραχές της θυρεοειδικής λειτουργίας, πολλές φορές τα συμπτώματα αργούν να γίνουν αντιληπτά. Επομένως, ο έλεγχος του θυρεοειδούς από ενδοκρινολόγο πρέπει να είναι επιτακτικός, ιδίως όταν υπάρχει και άλλο άτομο στην οικογένεια με θυρεοειδοπάθεια.
Πηγή: art of life & health