Φανταστείτε ότι τρεις άνθρωποι κάθονται στις θέσεις ενός αεροπλάνου δίπλα δίπλα. Ο επιβάτης που κάθεται στη μέση έχει γρίπη, με βήχα, πυρετό και ρίγη. Ο επιβάτης που βρίσκεται δεξιά, την επόμενη ημέρα έχει τα ίδια γριπώδη συμπτώματα.
Ο επιβάτης που κάθεται στα αριστερά όμως, δεν εμφανίζει κανένα σύμπτωμα την επόμενη ημέρα ή οποιαδήποτε άλλη μέρα, παρά την έκθεσή του στον ιό της γρίπης.
Διαφορετικοί άνθρωποι που έχουν την ίδια έκθεση σε νοσήματα που προκαλούνται από μικρόβια και ιούς, αντιδρούν με πολύ διαφορετικό τρόπο και μπορεί να έχουν διαφορετικές συνέπειες στην υγεία τους. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Πρόσφατα, ερευνητές με επικεφαλής τον Thaddeus S. Stappenbeck, MD, PhD από το Τμήμα Παθολογίας και Ανοσολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον (ΗΠΑ), στράφηκαν σε ποντίκια για να διερευνήσουν περαιτέρω τους παράγοντες που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο ο ανθρώπινος οργανισμός αντιδρά στη μόλυνση από τον ιό της γρίπης. Βρήκαν έναν παράγοντα που σχετίζεται τόσο με τη διατροφή όσο και με το εντερικό μικροβίωμα και που οδήγησε σε λιγότερο σοβαρά συμπτώματα σε ποντίκια που είχαν εκτεθεί στον ιό της γρίπης.
Το μόριο αυτό ονομάζεται δεσαμινοτυροσίνη (ή DAT) και παράγεται φυσιολογικά από τη δράση των μικροβίων του εντέρου πάνω στις διαιτητικές πολυφαινόλες που ονομάζονται φλαβονοειδή, ενώσεις με αντιοξειδωτική δράση που βρίσκονται σε υψηλές ποσότητες σε τρόφιμα όπως η μαύρη σοκολάτα, τα μούρα, το τσάι και το κόκκινο κρασί.
Όταν τα πειραματόζωα έλαβαν τη DAT στο νερό που έπιναν μια εβδομάδα πριν από την έκθεση στον δυνητικά θανατηφόρο ιό της γρίπης, εμφάνισαν μικρότερη απώλεια βάρους και είχαν καλύτερη επιβίωση από εκείνα στα οποία δεν χορηγήθηκε DAT. Η DAT μείωσε τη βλάβη των πνευμόνων που προκλήθηκε από τη ιογενή λοίμωξη. Ωστόσο, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα ιικής μόλυνσης ήταν ίδια και στις δύο ομάδες ποντικών: τόσο εκείνων που έλαβαν τη θεραπεία με το DAT όσο και εκείνων που δεν έλαβαν τη θεραπεία.
Η DAT φάνηκε να συμβάλει στην αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος έναντι του ιού παρά στον ίδιο τον ιό. Η DAT κατάφερε να βοηθήσει τα πειραματόζωα ενισχύοντας την ανοσολογική απόκριση του σώματος, μειώνοντας έτσι τη βλάβη των πνευμόνων.
Η δεσαμινοτυροσίνη παράγεται από τους μικροοργανισμούς του εντέρου, αλλά από ποιους; Αυτή ήταν η επόμενη ερώτηση που οι ερευνητές θέλησαν να απαντήσουν. Έλεγξαν τις επιδράσεις αρκετών διαφορετικών βακτηριακών ειδών και διαπίστωσαν ότι το βακτήριο Clostridium orbiscindens ήταν ο καλύτερος παραγωγός της DAT.
Φαίνεται λοιπόν ότι το μικρόβιο του εντερικού μικροβιώματος Clostridium orbiscindens μπορεί να διασπάσει ορισμένες ενώσεις της τροφής για να παράγει DAT και όταν το πειραματόζωο εκτίθεται στον ιό της γρίπης, η DAT χρησιμεύει για τη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος και την πρόληψη σοβαρών βλαβών στους πνεύμονες. Ουσιαστικά, ένας μεταβολίτης που παράγεται από τα μικρόβια ενεργεί ως παράγοντας ρύθμισης και επικοινωνίας μεταξύ των μικροβίων του εντέρου και του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι συγγραφείς σημείωσαν ότι η επίδραση στην απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος απαιτούσε δύο παράγοντες: μια δίαιτα πλούσια σε φλαβονοειδή και το εντερικό μικροβίωμα για να χρησιμοποιήσει αυτά τα φλαβονοειδή.
Δεν είναι ακόμη βέβαιο εάν η DAT έχει το ίδιο αποτέλεσμα στον άνθρωπο. Όμως εάν επρόκειτο να καταναλώνετε μαύρη σοκολάτα κάθε μέρα κατά τη διάρκεια της εποχής της γρίπης αποκλειστικά ως προληπτικό μέτρο, κανένας δεν θα μπορούσε να σας πει ότι δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο!
Το εντερικό μικροβίωμα αποτελείται από βακτήρια, αρχαιοβακτήρια, ιούς και ευκαρυωτικούς μικροοργανισμούς που βρίσκονται μέσα στο έντερό μας. Οι μικροοργανισμοί αυτά έχουν απίστευτες ικανότητες να επηρεάζουν τη φυσιολογία μας, τόσο στην υγεία όσο και στην ασθένεια. Συμμετέχουν σε μεταβολικές λειτουργίες, προστατεύουν από παθογόνους παράγοντες, εκπαιδεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και μέσω αυτών των βασικών λειτουργιών επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τις περισσότερες από τις φυσιολογικές μας λειτουργίες. Το EnteroScan® της Διαγνωστικής Αθηνών αποτελεί μια ομάδα εξειδικευμένων εργαστηριακών εξετάσεων που αναλύουν το εντερικό μικροβίωμα και τις λειτουργίες του. Ο έλεγχος του εντερικού μικροβιώματος (εντερικής χλωρίδας) με το EnteroScan® επιτρέπει τον έλεγχο των αποκλίσεών του, βοηθάει στη διάγνωση, στην επιβεβαίωση ή τον αποκλεισμό πολλών παθολογικών καταστάσεων και ρίχνει φως στην αιτιολογία και την παθογένεια χρόνιων νοσημάτων και κατευθύνει τη θεραπεία τους.
Βασίλης Σιδερής, Ιατρός-Βιοπαθολόγος & Βιολόγος (Διαγνωστική Αθηνών), επιστημονικός συνεργάτης του Ελληνικού Ινστιτούτου Pasteur - Συνεργαζόμενο ιατρείο δικτύου iatrica