Η νόσος οφείλεται στη δράση της γλουτένης, ενός πρωτεϊνικού συστατικού που περιέχεται οτο σιτάρι, τη σίκαλη, το κριθάρι και τη βρώμη. Στην αιτιοπαθογένεια της νόσου εμπλέκονται διάφοροι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες, συνεπικουρούμενοι από ποικίλους ανοσολογικούς. Η νόσος εκδηλώνεται σε συγγενείς 1ου βαθμού σε ποσοστό 8-18%...
Η νόσος οφείλεται στη δράση της γλουτένης, ενός πρωτεϊνικού συστατικού που περιέχεται στο σιτάρι, τη σίκαλη, το κριθάρι και τη βρώμη. Στην αιτιοπαθογένεια της νόσου εμπλέκονται διάφοροι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες, συνεπικουρούμενοι από ποικίλους ανοσολογικούς. Η νόσος εκδηλώνεται σε συγγενείς 1ου βαθμού σε ποσοστό 8-18%. Η υπέρμετρη ανοσολογική απάντηση που παρατηρείται είναι χυμικού και κυτταρικού τύπου και χαρακτηρίζεται από την παρουσία αυτοαντι-σωμάτων κατά των συστατικών του συνδετικού ιστού, όπως ενδομυίου (ΕΜΑ) και ιστικής τρανσγλουταμινάσης (tTG). Από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες ενοχοποιείται η πρότερη έκθεση του ασθενούς στον αδενοιό type12 Επιπολασμός Η κοιλιοκάκη αποτελεί αρκετά συχνή νόσο και ο επιπολασμός της κυμαίνεται μεταξύ 1:130 και 1:300 στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Όσον αφορά στην Ελλάδα, χωρίς να υπάρχουν επίσημα στατιστικά δεδομένα, επικρατεί η άποψη ότι ακολουθεί τους Βορειοευρωπαίους. Κλινικές εκδηλώσεις Τα συμπτώματα συχνά ξεκινούν στην παιδική ηλικία και η συνοδός δυσαπορρόφηση έχει σαν αποτέλεσμα το χαμηλό ανάστημα και την καθυστέρηση της εφηβείας. Σε παιδική ηλικία και άνω των 2 ετών η συνηθέστερη εκδήλωση της νόσου είναι οι διαρροϊκές κενώσεις. Το 20% των περιπτώσεων εκδηλώνεται σε ηλικία άνω των 60 ετών. Τα πιο συχνά συμπτώματα είναι η κόπωση, οι διαρροϊκές κενώσεις και η απώλεια βάρους. Οι διάρροιες είναι συνήθως 3-4 ημερησίως, είτε συνεχείς είτε περιοδικές ή εναλλάσσονται με δυσκοιλιότητα. Ποσοστό 10% των ασθενών αναφέρει δυσκοιλιότητα και 10% νυκτερινή διάρροια. Το έντονο κοιλιακό άλγος είναι ασύνηθες στην ανεπίπλεκτη νόσο, ενώ συχνά οι ασθενείς παραπονούνται για οστικά άλγη στην οσφύ και την πύελο, ως αποτέλεσμα της επακόλουθης οστεοπόρωσης-οστεοπενίας. Κλινικές μορφές Η νόσος χαρακτηρίζεται ως παγόβουνο, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται η κλασική κοιλιοκάκη, με εκδηλώσεις από το γαστρεντερικό σωλήνα, θετικό ανοσολογικό έλεγχο και διαγνωστική χαρακτηριστική βιοψία και στη βάση η υπο κλινική και η σιωπηλή μορφή της νόσου. Στην υποκλινική μορφή οι ασθενείς εμφανίζουν άτυπα συμπτώματα, όπως χαμηλό ανάστημα, αναιμία, υπογονιμότητα και θετικό ανοσολογικό και ιστολογικό έλεγχο. Στη σιωπηλή μορφή είναι ασυμτττωματικοί με θετικό ανοσολογικό και ιστολογικό έλεγχο. Μια περαιτέρω διάκριση των μορφών εμφάνισης της νόσου είναι η λανθάνουσα και η δυνητική κοιλιοκάκη. Στον όρο λανθάνουσα κοιλιοκάκη εντάσσονται άτομα, τα οποία είναι ασυμπτωματικά με αρνητική ιστολογική εικόνα, όπως άτομα που νόσησαν σε παιδική ηλικία, ετέθησαν σε δίαιτα ελεύθερη γλουτένης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και είναι πλέον ασυμπτωματικά ακολουθώντας ελεύθερο διαιτολόγιο ή άτομα που ακολουθούν δίαιτα ελεύθερη σε γλουτένη έχουν ιστολογική εικόνα και στην πορεία εμφανίζουν συμπτωματολογία της νόσου. Διαγνωστικά κριτήρια Μέχρι το 1990 η διάγνωση ετίθετο με την ανεύρεση ατροφίας λαχνών και υπερπλασίας των κρυπτών σε βιοπτικό υλικό ασθενών. Ο ασθενής ακολουθούσε δίαιτα ελεύθερη σε γλουτένη για συγκεκριμένη χρονική περίοδο με την προσμονή της αποκατάστασης της αρχιτεκτονικής του βλεννογόνου και, τέλος, υποβάλονταν σε πρόκληση με γλουτένη για την πιθανότητα υποτροπής. Αυτή η διαδικασία έχει αναθεωρηθεί, και η διάγνωση είναι ένα πάζλ αποτελούμενο από μια σειρά προϋποθέσεων, διαγνωστικών εξετάσεων και κλινικών ευρημάτων: 1. Ατομικό-οικογενειακό ιστορικό καθώς και κλινική εικόνα συμβατά με κοιλιοκάκη 2. Ηλικία άνω των 2 ετών 3. Ιστολογικά ευρήματα συμβατά με τη νόσο 4. Ορολογικοί δείκτες θετικοί5. Ανταπόκριση κλινική, ορολογική και ιστολογική με δίαιτα ελεύθερη σε γλουτένη6. Διαφοροδιαγνωστικός αποκλεισμός άλλων νοσολογικών καταστάσεων με παρόμοια κλινική και ιστολογική εικόνα. Ορολογικοί δείκτες Οι ορολογικοί δείκτες εμφανίζουν υψηλά ποσοστά ευαισθησίας και ειδικότητας. Συνοπτικά αυτοί είναι: α) έναντι ενδομυίου αντισώματα (ΙgΑ ΕΜΑ) με ευαισθησία 85-98% και ειδικότητα 97-100% β) έναντι της ιστικής τρανσγλουταμινάσης (IgA tTG) με αντίστοιχα ποσοστά 90-98% και 94-97% γ) τα αντιγλιαδινικά αντισώματα (ΙgA-IgG AGA) με ποσοστά για τα Ιg,Α 75-90% και 82-85% και τα ΙgG 69-85% και 73-90% αντίστοιχα. Ο ορολογικός έλεγχος θα πρέπει πάντα να προηγείται της δίαιτας, για να μπορεί να αξιολογηθεί η ανταπόκριση και η συμμόρφωση του ασθενούς. Σε ασθενείς με μικρή πιθανότητα εμφάνισης της νόσου (όπως αδιευκρίνιστης αιτιολογίας σιδηροπενική αναιμία ή ασυμπτωματικοί ασθενείς), η ανεύρεση αρνητικών Ιg,Α ΕΜΑ ή IgA tTGέχει υψηλή αρνητική διαγνωστική αξία. Ο συνδυασμός των ΕΜΑ και tTG αντισωμάτων είναι σχεδόν διαγνωστικός, επί ταυτοσήμου απαντήσεως. Πτώση του τίτλου των ορολογικών δεικτών μετά από 6μηνη δίαιτα, με παράλληλη ιστολογική βελτίωση του βλεννογόνου του εντέρου επιβαιώνει την διάγνωση της κοιλιοκάκης Διαγνωστικές "παγίδες" Η διάγνωση που βασίζεται αποκλειστικά στους ορολογικούς δείκτες υποεκτιμά τη νόσο κατά 20% περίπου. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η καταναλισκόμενη ποσότητα γλουτένης από τον ασθενή, καθώς και ο βαθμός ατροφίας των λαχνών, επηρεάζουν το αποτέλεσμα των δεικτών. Παραδείγματος χάριν, σε ασθενή με ήπια ατροφία λαχνών, τα Ιg,Α ΕΜΑ-tTG θα είναι αρνητικά και θα πρέπει να αναζητήσουμε τα ΙgΑ -AGA τα οποία μάλλον θα είναι θετικά Η χορήγηση ανοσοκαταοταλτικών φαρμάκων επηρεάζει τους ορολογικούς δείκτες, όπως επίσης ο σακχαρώδης διαβήτης και οι χρόνιες ηπατοπάθειες. Ποσοτικός προσδιορισμός ανοσοσφαιρινών παράλληλα με τον ορολογικό έλεγχο είναι ωφέλιμος, διότι 2-6% των ασθενών με κοιλιοκάκη παρουσιάζουν εκλεκτική ανεπάρκεια ανοσοσφαιρινών και εμφανίζουν αρνητικά Ιg,Α ΕΜΑ, tTG, και ΑGA Επομένως, σε χαμηλή τιμή Ιg,Α ορού επιβάλλεται ο έλεγχος για ΙgG αντισώματα. Επίσης, σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή ηπατοπάθεια, τα IgA anti-tTG εμφανίζουν μικρότερη ειδικότητα. Ενδοσκοπικά ευρήματα Τα ευρήματα αφορούν το εγγύς λεπτό έντερο, το οποίο εμφανίζει επιπέδωση των λαχνών, οδόντωση, εικόνα μωσαϊκού και, τέλος έντονη διαγραφή των υποβλεννογόνιων αγγείων. Πρόκληση με γλουτένη Ασθενείς οι οποίοι δεν είχαν τα τυπικά ιστολογικά, ορολογικά ευρήματα και βρίσκονται σε αυστηρή δίαιτα για τουλάχιστον 6 μήνες είναι υποψήφιοι για πρόκληση. Επίσης, άτομα στα οποία η διάγνωση έλαβε χώρα κατά την περίοδο της παιδικής ηλικίας, χωρίς τον ανάλογο παθολογικό για κοιλιοκάκη έλεγχο. Προηγείται ενδοσκόπηση και ορολογικός έλεγχος. Η εισαγωγή της γλουτένης στο διαιτολόγιο του ασθενούς γίνεται με μεγάλη προσοχή και σταδιακά (διάρκεια έως και 1,5 μήνα). Με την εμφάνιση συμπτωμάτων διακόπτουμε την πρόκληση και επαναλαμβάνουμε την ενδοσκόπηση και τον ορολογικό έλεγχο. Δεύτερη βιοψία επανελέγχου Πραγματοποιείται σε ασυμπτωματικούς ασθενείς, οι οποίοι είχαν τυπική βιοψία λεπτού εντέρου και πρέπει να αξιολογήσουμε την ιστολογική βελτίωση του εντερικού βλεννογόνου μετά από χρονικό διάστημα 4-6 μηνών σε δίαιτα ή σε ασθενείς, στους οποίους πρόκειται να εφαρμοστεί δοκιμασία πρόκλησης με γλουτένη. Εξωεντερικές εκδηλώσεις Η κοιλιοκάκη εμφανίζει πληθώρα εξωεντερικών εκδηλώσεων. Εκδηλώσεις όπως αμηνόρροια, υπογονιμότητα, επίμονη τρανσαμινασαιμία ή οξύ οσφυϊκό άλγος οφειλόμενο σε καθίζηση οσφυϊκού σπονδύλου, καθώς και νευρολογικά συμπτώματα, όπως μυϊκή αδυναμία, αταξία, παραισθήσεις, διαταραχή της ψυχικής ισορροπίας, κατάθλιψη και νυκταλωπία, παρατηρούνται συχνά. Σημαντική εξωεντερική εκδήλωση-επιπλοκή της νόσου είναι το λέμφωμα του λεπτού εντέρου. Εμφανίζεται στην 5η-7η δεκαετία σε ασθενείς με γνωστή μακροχρόνια νόσο, η οποία δεν "απαντά" στη δίαιτα. Λαμβάνει τη μορφή οξείας εντερικής απόφραξης ή διάτρησης, των οποίων προηγείται σημαντική απώλεια βάρους και κοιλιακό άλγος. Οι βλάβες είναι συχνότερες στον ειλεό, δύνανται όμως να εμφανιστούν σε όλο το μήκος του λεπτού εντέρου. Η πρόγνωση είναι πτωχή. Δερματική βλάβη που σχετίζεται με την κοιλιοκάκη Χαρακτηριστική εξωεντερική εκδήλωση της νόσου είναι η ερπητοειδής δερματίτιδα Εκδηλώνεται σε οποιαδήποτε ηλικία, κυρίως όμως κατά την ηλικία 10-15 ετών. Η αναλογία ανδρών -γυναικών είναι 3:2. Οι βλάβες είναι χαρακτηριστικές: πέμφιγες πάνω σε κνιδωτικές πλάκες ή και σε φυσιολογικό δέρμα. Συρρέουν κατά ομάδες και συνήθως είναι μικρής διαμέτρου, περίπου 2-5 χιλ. Περιστασιακά εντοπίζονται ως μονήρεις, ευμεγέθεις βλάβες. Η είναι συμμετρική με συνηθέστερη θέση εκείνη των αγκώνων (95%) Η διάγνωση γίνεται με τη λήψη βιοψιών από υγιές δέρμα, μη προσβεβλημένο από εξάνθημα και από εγγύς λεπτό έντερο. Περίπου τα 2/3 των ασθενών εμφανίζουν τυπικές βλάβες κοιλιοκάκης. Η θεραπεία συνδυάζει δίαιτα ελεύθερη γλουτένης, καθώς και φαρμακευτική αγωγή με δαψόνη και σουλφοναμίδες, οι οποίες βελτιώνουν άμεσα την κλινική εικόνα του ασθενούς. Ποσοστό 25% των ασθενών θα διακόψουν τη θεραπεία λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών. |
Η διάγνωση ετέθη. Αντιμετώπιση
Η πλήρης απόσυρση από το διαιτολόγιο της γλουτένης είναι ουσιαστικά η κύρια θεραπεία της νόσου και πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο διαιτολόγο. Η βρώμη(;), το ρύζι, η πατάτα, η σόγια, ξηροί καρποί και ο αραβόσιτος είναι κάποια από τα τρόφιμα που μπορεί να καταναλώνει εναλλακτικά ο ασθενής. Στο εμπόριο κυκλοφορούν ανιχνευτές γλουτένης σε μορφή στειλεών, οι οποίοι εντοπίζουν την παρουσία γλουτένης στις τροφές. Μερικοί ασθενείς έχουν τη δυνατότητα να καταναλώνουν μικρές ποσότητες γλουτένης διατηρώντας την κλινική και ιστολογική τους εικόνα σε ύφεση, εν αντιθέσει με άλλους, που με την κατανάλωση μιας μικρής φέτας ψωμιού εμφανίζουν οξεία διάρροια, η οποία προσομοιάζει με εκείνη της χολέρας
Επίμονος μετεωρισμός κοιλίας ή πολτώδεις κενώσεις πιθανόν να οφείλονται σε δευτεροπαθή έλλειψη λακτάσης, οπότε συνιστάται μείωση της καταναλισκόμενης ποσότητας γάλακτος.
Ο ασθενής ακολουθεί δίαιτα ελεύθερη γλουτένης. Η κλινική και ιστολογική ύφεση της νόσου δεν έχει επιτευχθεί. Τι πρέπει να σκεφθούμε;
Κλινική βελτίωση του ασθενούς εμφανίζεται μετά την πάροδο ημερών από την έναρξη της δίαιτας, ενώ η ιστολογική ανταπόκριση-βελτίωση μπορεί να χρειασθεί και δύο έτη.
Ασθενείς οι οποίοι βρίσκονται υπό δίαιτα επί ένα έτος και δεν έχουν την ανάλογη ιστολογική ανταπόκριση αντιμετωπίζουντο ενδεχόμενο της ανθεκτικής κοιλιοκάκης
Η μη ανταπόκριση στη δίαιτα διακρίνεται σε κλινική και ιστολογική. Ιστολογική βελτίωση (φυσιολογικές λάχνες, ελάττωση των ενδοεπιθηλιακών λεμφοκυττάρων), η οποία δεν συνοδεύεται από την ανάλογη κλινική ύφεση θα πρέπει να μας προβληματίσει και να θέσει σε εγρήγορση τη δι-αφοροδιαγνωστική μας σκέψη. Αιτίες χρόνιας διάρροιας όπως μικροσκοπική κολίτιδα, παγκρεατική ανεπάρκεια, τροφικές αλλεργίες, εντερικό λέμφωμα κ.λπ. θα πρέπει να αποκλειστούν.
Θεραπευτική προσέγγιση της ανθεκτικής νόσου
Η θεραπεία της ανθεκτικής μορφής της νόσου συμπεριλαμβάνει την αναπλήρωση των ελλειμμάτων, καθώς και ανοσοκατασταλτίκή αγωγή. Τα ανοσοκαταοταλτικά φάρμακα που έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί είναι τα στεροειδή, η αζαθειοπρίνη και η κυκλοσπορίνη.
ΠΗΓΗ:gastrenterologicoiatreio.gr