• Χαλάνδρι 15233 Δρυάδων 4 & Λεωφ. Πεντέλης 49
  • (+30) 210 34 13 400 Δευτέρα - Παρασκευή: 9:00 πμ - 5:00 μμ

Εφικτή η προστασία του εμβρύου από την αντιεπιληπτική αγωγή της μητέρας

Ο κίνδυνος που προκύπτει για το έμβρυο από την έκθεσή του στα ισχυρά αντιεπιληπτικά φάρμακα που παίρνει η μητέρα, ενδεχομένως να μπορεί να αποφευχθεί, σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα 11ετους μελέτης, που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Lancet Neurology.

Ο κίνδυνος που προκύπτει για το έμβρυο από την έκθεσή του στα ισχυρά αντιεπιληπτικά φάρμακα που παίρνει η μητέρα, ενδεχομένως να μπορεί να αποφευχθεί, σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα 11ετους μελέτης, που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Lancet Neurology.

Ενώ τα τέσσερα πιο γνωστά αντιεπιληπτικά φάρμακα σχετίζονται με υψηλό κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών, επιστήμονες από την Σουηδία και την Ιταλία έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι εντόπισαν ένα σκεύασμα με υψηλό προφίλ ασφαλείας για το έμβρυο.

Στην έρευνα που διενήργησαν από κοινού ερευνητές του Ινστιτούτου Καρολίνσκα στην Στοκχόλμη και του Πανεπιστημίου της Πάβια στην Ιταλία πήραν μέρος περίπου 3.900 ασθενείς με στόχο να αποσαφηνιστεί το ζήτημα της βέλτιστης δόσης.

Η αποφυγή των επιληπτικών κρίσεων κατά τη διάρκεια της κύησης παράμενε η βασική προτεραιότητα των επιστημόνων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η σχέση μεταξύ των αντιεπιληπτικών φαρμάκων και των γεννητικών ανωμαλιών εδραιώθηκε για πρώτη φορά το 1960 και έκτοτε η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου για τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας (χωρίς αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης κρίσεων) απασχολεί έντονα τους θεράποντες ιατρούς.

Η διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν είναι λύση, καθώς οι ανεξέλεγκτες κρίσεις επιληψίας μπορεί να είναι επιβλαβείς για τη μητέρα και το κυοφορούμενο έμβρυο.

Παλαιότερες μελέτες είχαν δείξει ότι το βαλπροϊκό οξύ είναι το σκεύασμα που σχετίζεται με τις γενετικές ανωμαλίες, αλλά τα στοιχεία για την ασφάλεια των εναλλακτικών θεραπευτικών λύσεων είχαν κριθεί ελλιπή.

Στην παρούσα μελέτη, η διεθνής ερευνητική ομάδα μελέτησε λεπτομερώς άλλες δραστικές ουσίες όπως η καρμπαμαζεπίνη, η λαμοτριγίνη και η φαινοβαρβιτάλη.

Οι επιστήμονες μελέτησαν 3.909 γυναίκες και 4.540 κυήσεις. Σε αυτές, περιλαμβάνονταν 230 κυήσεις με μείζονες γεννητικές ανωμαλίες, περιλαμβανομένων καρδιακών ελλειμμάτων και ελλείμματα του νευρικού σωλήνα, όπως η δισχιδής ράχη.

Κανένα εκ των κύριων φαρμάκων που είχαν χορηγηθεί στις συμμετέχουσες δεν ήταν «αθώο», καθώς όσο αυξανόταν η δοσολογία, τόσο αυξανόταν και ο κίνδυνος.

Ωστόσο, ο μικρότερος κίνδυνος προέκυπτε από τις χαμηλές δοσολογίες της λαμοτριγίνης και της καρβαμαζεπίνης.

Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι ανεξαρτήτως της επιλογής του φαρμάκου, η μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών, κατάφερε να αποκτήσει απολύτως υγιή παιδιά.

«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η επιλογή της δόσης είναι σημαντική, και μάλιστα ίσης σημασίας με την επιλογή του φαρμάκου», υπογραμμίζουν οι ερευνητές.

Σε άρθρο που δημοσιεύεται στο Lancet Neurology ο καθηγητής Άλλεν Χάουσεε από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης σχολιάζει τα ευρήματα ως «σημαντικά» επειδή προσφέρουν εναλλακτικές λύσεις.

«Τα στοιχεία της μελέτης ισχυροποιούν την αντίληψη της χαμηλότερης δυνατής δοσολογίας, του φαρμάκου που μπορεί να πετύχει τον καλύτερο έλεγχο των επιληπτικών κρίσεων. Η συχνότητα των μειζόνων συγγενών δυσπλασιών που με την ελάχιστη δόση ενός φαρμάκου με προφίλ υψηλού κινδύνου, μπορεί να είναι μικρότερη από αυτή που σχετίζεται με την μεγάλη δόση ενός φαρμάκου με προφίλ χαμηλού κινδύνου.»

ΠΗΓΗ:in.gr