Τα παιδιά που εκτίθενται στον καπνό του τσιγάρου κατ’ οίκον ενδεχομένως να εκδηλώσουν προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Pediatrics.
Τα παιδιά που εκτίθενται στον καπνό του τσιγάρου κατ’ οίκον ενδεχομένως να εκδηλώσουν προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Pediatrics.
Ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ με επικεφαλής τον Δρ Χιλλελ Αλπερτ διαπίστωσαν ότι μεταξύ των 55.000 παιδιών, κάτω των 12 ετών, που μελέτησαν, το 6% ζούσε με καπνιστή. Και τα παιδιά αυτά ήταν πιθανότερο να έχουν σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας.
Ακόμη και μετά τον συνυπολογισμό άλλων πιθανών παραγόντων (οικογενειακό εισόδημα και μορφωτικό επίπεδο) το παθητικό κάπνισμα εξακολουθούσε να σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο συμπεριφορικών προβλημάτων.
Πιο αναλυτικά, η μελέτη βασίστηκε σε αποτελέσματα δημοσκόπησης που είχε γίνει το 2007 με την συμμετοχή 55.358 παιδιών, μικρότερα των 12 ετών. Το 6% των γονιών δήλωσαν ότι κάποιος στο οικογενειακό περιβάλλον ήταν καπνιστής, δηλαδή σχεδόν 5 εκατ. παιδιά είναι παθητικοί καπνιστές.
Οι γονείς αυτοί ήταν πιθανότερο να δηλώσουν ότι το παιδί τους είχε διαγνωστεί με σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας. Το 20% δήλωσε ότι το παιδί του είχε, είτε επιθετική συμπεριφορά, είτε προβλήματα κοινωνικοποίησης, έναντι 9% των γονιών που δεν ήταν καπνιστές.
Όταν οι ερευνητές μελέτησαν και παράγοντες όπως η φτώχεια, η φυλή, το μορφωτικό επίπεδο της μητέρας, το παθητικό κάπνισμα αύξανε κατά 51% τον κίνδυνο.
Πάντως η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι το κάπνισμα στο οικογενειακό περιβάλλον είναι αποκλειστικά υπεύθυνο, καθώς και άλλοι παράγοντες που δεν εξετάστηκαν στην μελέτη, μπορεί να παίζουν ρόλο στην σχέση αυτή.
Για παράδειγμα, τα παιδιά που εκτίθενται στο τσιγάρο, συχνά έχουν εκτεθεί στον καπνό και κατά το εμβρυϊκό στάδιο. Το μητρικό κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη έχει σχετιστεί με αυξημένους κινδύνους μετέπειτα συμπεριφορικών και μαθησιακών προβλημάτων.
Η ομάδα του Δρ Αλπερτ στην μελέτη της δεν συμπεριέλαβε στοιχεία για το μητρικό κάπνισμα κατά τη διάρκεια της κύησης.
Είναι πιθανόν οι ίδιοι οι καπνιστές-γονείς να έχουν ιστορικό συμπεριφορικών και μαθησιακών προβλημάτων, συγκριτικά τους γονείς που δεν είναι καπνιστές.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα παιδιά δεν θα πρέπει να εκτίθενται στον καπνό του τσιγάρου, καθώς υπάρχει κίνδυνος αναπνευστικών λοιμώξεων όπως βρογχίτιδα και πνευμονία, σοβαρής μορφής άσθμα και σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου.
Παρά τα συμπεράσματα της μελέτης, δεν ξεκαθαρίζεται πως το δευτερογενές κάπνισμα συντελεί στα μαθησιακά και προβλήματα συμπεριφοράς. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι ο καπνός επηρεάζει συγκεκριμένες εγκεφαλικές ουσίες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ξεχωριστεί μελέτη που δημοσιεύεται στο ίδιο τεύχος του επιστημονικού εντύπου έδειξε ότι η αντίδραση των παιδιών στο παθητικό κάπνισμα ίσως παίζει ρόλο στην πιθανότητα και τα ίδια αργότερα να εξελιχθούν σε καπνιστές.
Μεταξύ 165 παιδιών προ-εφηβικής ηλικίας από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, διαπιστώθηκε ότι όσα θεωρούσαν το παθητικό κάπνισμα «απεχθές» είχαν 78% λιγότερες πιθανότητες να καπνίσουν.
Ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ με επικεφαλής τον Δρ Χιλλελ Αλπερτ διαπίστωσαν ότι μεταξύ των 55.000 παιδιών, κάτω των 12 ετών, που μελέτησαν, το 6% ζούσε με καπνιστή. Και τα παιδιά αυτά ήταν πιθανότερο να έχουν σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας.
Ακόμη και μετά τον συνυπολογισμό άλλων πιθανών παραγόντων (οικογενειακό εισόδημα και μορφωτικό επίπεδο) το παθητικό κάπνισμα εξακολουθούσε να σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο συμπεριφορικών προβλημάτων.
Πιο αναλυτικά, η μελέτη βασίστηκε σε αποτελέσματα δημοσκόπησης που είχε γίνει το 2007 με την συμμετοχή 55.358 παιδιών, μικρότερα των 12 ετών. Το 6% των γονιών δήλωσαν ότι κάποιος στο οικογενειακό περιβάλλον ήταν καπνιστής, δηλαδή σχεδόν 5 εκατ. παιδιά είναι παθητικοί καπνιστές.
Οι γονείς αυτοί ήταν πιθανότερο να δηλώσουν ότι το παιδί τους είχε διαγνωστεί με σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας. Το 20% δήλωσε ότι το παιδί του είχε, είτε επιθετική συμπεριφορά, είτε προβλήματα κοινωνικοποίησης, έναντι 9% των γονιών που δεν ήταν καπνιστές.
Όταν οι ερευνητές μελέτησαν και παράγοντες όπως η φτώχεια, η φυλή, το μορφωτικό επίπεδο της μητέρας, το παθητικό κάπνισμα αύξανε κατά 51% τον κίνδυνο.
Πάντως η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι το κάπνισμα στο οικογενειακό περιβάλλον είναι αποκλειστικά υπεύθυνο, καθώς και άλλοι παράγοντες που δεν εξετάστηκαν στην μελέτη, μπορεί να παίζουν ρόλο στην σχέση αυτή.
Για παράδειγμα, τα παιδιά που εκτίθενται στο τσιγάρο, συχνά έχουν εκτεθεί στον καπνό και κατά το εμβρυϊκό στάδιο. Το μητρικό κάπνισμα κατά την εγκυμοσύνη έχει σχετιστεί με αυξημένους κινδύνους μετέπειτα συμπεριφορικών και μαθησιακών προβλημάτων.
Η ομάδα του Δρ Αλπερτ στην μελέτη της δεν συμπεριέλαβε στοιχεία για το μητρικό κάπνισμα κατά τη διάρκεια της κύησης.
Είναι πιθανόν οι ίδιοι οι καπνιστές-γονείς να έχουν ιστορικό συμπεριφορικών και μαθησιακών προβλημάτων, συγκριτικά τους γονείς που δεν είναι καπνιστές.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα παιδιά δεν θα πρέπει να εκτίθενται στον καπνό του τσιγάρου, καθώς υπάρχει κίνδυνος αναπνευστικών λοιμώξεων όπως βρογχίτιδα και πνευμονία, σοβαρής μορφής άσθμα και σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου.
Παρά τα συμπεράσματα της μελέτης, δεν ξεκαθαρίζεται πως το δευτερογενές κάπνισμα συντελεί στα μαθησιακά και προβλήματα συμπεριφοράς. Οι ερευνητές υποθέτουν ότι ο καπνός επηρεάζει συγκεκριμένες εγκεφαλικές ουσίες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ξεχωριστεί μελέτη που δημοσιεύεται στο ίδιο τεύχος του επιστημονικού εντύπου έδειξε ότι η αντίδραση των παιδιών στο παθητικό κάπνισμα ίσως παίζει ρόλο στην πιθανότητα και τα ίδια αργότερα να εξελιχθούν σε καπνιστές.
Μεταξύ 165 παιδιών προ-εφηβικής ηλικίας από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, διαπιστώθηκε ότι όσα θεωρούσαν το παθητικό κάπνισμα «απεχθές» είχαν 78% λιγότερες πιθανότητες να καπνίσουν.
ΠΗΓΗ:health.in.gr