Οι γονείς των παιδιών που πάσχουν από άσθμα δεν συνειδητοποιούν πάντα πότε η θεραπεία είναι ανεπαρκής, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεσαι στο επιστημονικό έντυπο European Respiratory Journal.
Οι γονείς των παιδιών που πάσχουν από άσθμα δεν συνειδητοποιούν πάντα πότε η θεραπεία είναι ανεπαρκής, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεσαι στο επιστημονικό έντυπο European Respiratory Journal.
Κι ενώ περισσότεροι από επτά στους δέκα γονείς περιγράφουν το άσθμα του παιδιού τους ως «ήπιο» ή «παροδικό», η πάθηση τελικά αντιμετωπίζεται επαρκώς μόνο σε έξι από τα δέκα παιδιά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, και βάσει των αυστηρότερων κατευθυντήριων οδηγιών, ο αριθμός των παιδιών των οποίων τα συμπτώματα ήταν υπό έλεγχο με φαρμακευτική αγωγή, έπεσε σε λιγότερα από δύο ανά δέκα παιδιά.
Οι γονείς αντιλαμβάνονται το άσθμα μόνο όταν το παιδί τους νοσεί σοβαρά. Οι γιατροί δεν μπορούν απλώς να ρωτούν «πώς είναι το παιδί σας», διότι θα πάρουν μια γενική απάντηση που δεν αντανακλά την πραγματική ποιότητα ζωής του παιδιού τους.
Η μη επαρκής θεραπεία του άσθματος μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ζωής των παιδιών με άσθμα, καθώς και των οικογενειών τους.
Στην μελέτη της Nycomed, εταιρεία που δραστηριοποιείται στον φαρμακευτικό κλάδο, ερωτήθηκαν 1.284 οικογένειες από τον Καναδά, την Ελλάδα, την Ουγγαρία, την Ολλανδία, τη Νότιο Αφρική και την Μ.Βρετανία για την κατάσταση του άσθματος. Χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο 25 σημείων, το Childhood-Asthma Control Test (C-ACT), που συνήθως χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του παιδικού άσθματος.
Στην συνέχεια ερωτήθηκαν και τα παιδιά για την κατάσταση της υγείας τους και οι απαντήσεις συγκρίθηκαν με αυτές των γονέων τους. Μόνο ένα στα τέσσερα παιδιά, των οποίων οι γονείς περιγράψει το άσθμα ως «ήπιο» ή «παροδικό», είχε κακώς ελεγχόμενο άσθμα, δηλαδή είχε σκορ 19 ή χαμηλότερο στο C-ACT.
Η εφαρμογή αυστηρότερων κατευθυντήριων οδηγιών οδήγησε σε αύξηση του αριθμού των παιδιών, των οποίων το άσθμα δεν ελεγχόταν επαρκώς.
Επίσης τα παιδιά εκτιμούσαν καλύτερα από τους γονείς τους, την επάρκεια της θεραπείας τους, ως προς τον έλεγχο του άσθματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι περισσότεροι από τέσσερις στους δέκα γονείς ανέφεραν ότι απουσίαζαν από την εργασία τους λόγω της υγείας του παιδιού τους, και όμοιος αριθμός γονέων ανέφερε ότι δεν κοιμόταν επαρκώς, λόγω του παιδικού άσθματος.
Τέλος, από την έρευνα προέκυψε ότι οι γονείς που ανησυχούν για τις παρενέργειες που προκαλεί το άσθμα στο παιδί τους, έτειναν να αναφέρουν ότι η κατάσταση του παιδιού δεν είναι επαρκώς ελεγχόμενη.
Στις παρενέργειες των αντι-ασθματικών φαρμάκων, η στοματίτιδα και άλλα ασυνήθιστα αλλά σοβαρά προβλήματα στον οργανισμό.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Πνευμονολογική Εταιρεία, ο σωστός έλεγχος του άσθματος συνεπάγεται, παρακολούθηση των συμπτωμάτων, οργάνωση σωστής αντιμετώπισης ενδεχόμενης κρίσης, μείωση των παραγόντων που προκαλούν τις κρίσεις άσθματος (όπως το κάπνισμα) και η λήψη των σωστών δόσεων των αντι-ασθματικών φαρμάκων.
Οι γιατροί λοιπόν με κάθε δυνατή ευκαιρία θα πρέπει συζητούν και να κατανοούν τις αντιλήψεις των γονέων για την κατάσταση του παιδιού τους. Στο πλαίσιο αυτό οι επισκέψεις του παιδιού στον θεράποντα ιατρό θα πρέπει να είναι συχνότερες, τουλάχιστον τρεις ανά έτος.
Κι ενώ περισσότεροι από επτά στους δέκα γονείς περιγράφουν το άσθμα του παιδιού τους ως «ήπιο» ή «παροδικό», η πάθηση τελικά αντιμετωπίζεται επαρκώς μόνο σε έξι από τα δέκα παιδιά.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, και βάσει των αυστηρότερων κατευθυντήριων οδηγιών, ο αριθμός των παιδιών των οποίων τα συμπτώματα ήταν υπό έλεγχο με φαρμακευτική αγωγή, έπεσε σε λιγότερα από δύο ανά δέκα παιδιά.
Οι γονείς αντιλαμβάνονται το άσθμα μόνο όταν το παιδί τους νοσεί σοβαρά. Οι γιατροί δεν μπορούν απλώς να ρωτούν «πώς είναι το παιδί σας», διότι θα πάρουν μια γενική απάντηση που δεν αντανακλά την πραγματική ποιότητα ζωής του παιδιού τους.
Η μη επαρκής θεραπεία του άσθματος μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα ζωής των παιδιών με άσθμα, καθώς και των οικογενειών τους.
Στην μελέτη της Nycomed, εταιρεία που δραστηριοποιείται στον φαρμακευτικό κλάδο, ερωτήθηκαν 1.284 οικογένειες από τον Καναδά, την Ελλάδα, την Ουγγαρία, την Ολλανδία, τη Νότιο Αφρική και την Μ.Βρετανία για την κατάσταση του άσθματος. Χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο 25 σημείων, το Childhood-Asthma Control Test (C-ACT), που συνήθως χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του παιδικού άσθματος.
Στην συνέχεια ερωτήθηκαν και τα παιδιά για την κατάσταση της υγείας τους και οι απαντήσεις συγκρίθηκαν με αυτές των γονέων τους. Μόνο ένα στα τέσσερα παιδιά, των οποίων οι γονείς περιγράψει το άσθμα ως «ήπιο» ή «παροδικό», είχε κακώς ελεγχόμενο άσθμα, δηλαδή είχε σκορ 19 ή χαμηλότερο στο C-ACT.
Η εφαρμογή αυστηρότερων κατευθυντήριων οδηγιών οδήγησε σε αύξηση του αριθμού των παιδιών, των οποίων το άσθμα δεν ελεγχόταν επαρκώς.
Επίσης τα παιδιά εκτιμούσαν καλύτερα από τους γονείς τους, την επάρκεια της θεραπείας τους, ως προς τον έλεγχο του άσθματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι περισσότεροι από τέσσερις στους δέκα γονείς ανέφεραν ότι απουσίαζαν από την εργασία τους λόγω της υγείας του παιδιού τους, και όμοιος αριθμός γονέων ανέφερε ότι δεν κοιμόταν επαρκώς, λόγω του παιδικού άσθματος.
Τέλος, από την έρευνα προέκυψε ότι οι γονείς που ανησυχούν για τις παρενέργειες που προκαλεί το άσθμα στο παιδί τους, έτειναν να αναφέρουν ότι η κατάσταση του παιδιού δεν είναι επαρκώς ελεγχόμενη.
Στις παρενέργειες των αντι-ασθματικών φαρμάκων, η στοματίτιδα και άλλα ασυνήθιστα αλλά σοβαρά προβλήματα στον οργανισμό.
Σύμφωνα με την Αμερικανική Πνευμονολογική Εταιρεία, ο σωστός έλεγχος του άσθματος συνεπάγεται, παρακολούθηση των συμπτωμάτων, οργάνωση σωστής αντιμετώπισης ενδεχόμενης κρίσης, μείωση των παραγόντων που προκαλούν τις κρίσεις άσθματος (όπως το κάπνισμα) και η λήψη των σωστών δόσεων των αντι-ασθματικών φαρμάκων.
Οι γιατροί λοιπόν με κάθε δυνατή ευκαιρία θα πρέπει συζητούν και να κατανοούν τις αντιλήψεις των γονέων για την κατάσταση του παιδιού τους. Στο πλαίσιο αυτό οι επισκέψεις του παιδιού στον θεράποντα ιατρό θα πρέπει να είναι συχνότερες, τουλάχιστον τρεις ανά έτος.
ΠΗΓΗ:health.in.gr