• Χαλάνδρι 15233 Δρυάδων 4 & Λεωφ. Πεντέλης 49
  • (+30) 210 34 13 400 Δευτέρα - Παρασκευή: 9:00 πμ - 5:00 μμ

Οι παντρεμένοι πάνε πιο γρήγορα στο γιατρό

Οι άντρες που παθαίνουν έμφραγμα και είναι παντρεμένοι ή συζούν με την καλή τους, απευθύνονται στον γιατρό πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι εργένηδες, οι διαζευγμένοι και οι χήροι, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Οι άντρες που παθαίνουν έμφραγμα και είναι παντρεμένοι ή συζούν με την καλή τους, απευθύνονται στον γιατρό πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι εργένηδες, οι διαζευγμένοι και οι χήροι, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Τα οφέλη του γάμου στην υγεία κυρίως των ανδρών είναι γνωστά εδώ και χρόνια, ενώ η βελτίωση των θεραπειών για το έμφραγμα έχει οδηγήσει τις τελευταίες δεκαετίες σε σημαντική μείωση της θνησιμότητας από αυτό.

Ωστόσο, πάρα πολλοί ασθενείς εξακολουθούν να ζητούν με μεγάλη καθυστέρηση βοήθεια, όταν νιώθουν τον χαρακτηριστικό πόνο στο στήθος.

Η νέα μελέτη θέλησε να αξιολογήσει την επίδραση της οικογενειακής κατάστασης στον χρόνο διακομιδής στο νοσοκομείο, μετά την εκδήλωση του πόνου αυτού.

Ερευνητές από το Κέντρο Επιστημών Υγείας Sunnybrook, στο Τορόντο, εξέτασαν στοιχεία από 4.403 ασθενείς από το Οντάριο, μέσης ηλικίας 67,3 ετών. Σχεδόν οι επτά στους δέκα ήταν άντρες.

Λιγότεροι από τους μισούς ασθενείς (το 46,3%) πήγαν στο νοσοκομείο μέσα σε δύο ώρες από την έναρξη του πόνου, ενώ το 73,6% πήγαν μέσα σε έξι ώρες.

Από τους παντρεμένους, το 75,3% πήγαν στο νοσοκομείο μέσα σε έξι ώρες από τον πρώτο πόνο, έναντι του 67,9% των εργένηδων, του 68,5% των διαζευγμένων και του 70,8% των χήρων.

Κατά μέσον όρο, εξάλλου, οι παντρεμένοι και όσοι συζούσαν πήγαν στο νοσοκομείο κατά μισή ώρα νωρίτερα απ’ ό,τι οι υπόλοιποι – διαφορά εξαιρετικά σημαντική, διότι όσο νωρίτερα αντιμετωπιστεί το έμφραγμα, τόσο μικρότερη είναι η βλάβη που θα προκληθεί στην καρδιά.

Αντίστοιχο όφελος στις γυναίκες που ήταν παντρεμένες ή συζούσαν, δεν παρατηρήθηκε – ίσως διότι οι γυναίκες είναι συνήθως αυτές που έχουν τον ρόλο του φροντιστή στην οικογένεια και παροτρύνουν τα άρρωστα μέλη να σπεύσουν στον γιατρό.

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στην «Επιθεώρηση της Καναδικής Ιατρικής Εταιρείας» (CMAJ).

 

ΠΗΓΗ: Web Only, ygeia.tanea.gr